- μπιζάρισμα
- το вызовы на бис
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μπιζάρισμα — το η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού μπιζάρω, η ανάκληση τών εκτελεστών ενός θεατρικού ή μουσικού έργου στη σκηνή για να επαναλάβουν ένα μέρος του. [ΕΤΥΜΟΛ. μπιζάρω, κατά τα ουδ. σε ισμα (πρβλ. τρακάρω τρακάρισμα)] … Dictionary of Greek
μπιζάρισμα — το, ατος το να ζητά το κοινό με τη λέξη «μπις» να επαναληφθεί θεατρικό ή μουσικό κομμάτι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ανάκληση — Νέα πρόσκληση κάποιου· επαναφορά ενός προσώπου στη θέση του. Στη θεατρική ορολογία, α. λέγεται το έντονο χειροκρότημα των θεατών στο τέλος θεατρικής παράστασης, που καλεί στην επανεμφάνιση πάνω στη σκηνή ενός ηθοποιού ή του θιάσου ή του συγγραφέα … Dictionary of Greek